Μια προσωρινή μεταφορά ενός υπαλλήλου από ένα τμήμα ή οργανισμό σε άλλο, συνήθως μέσα στην ίδια εταιρεία. Συνήθως χρησιμοποιείται για την παροχή πολύτιμης εμπειρίας στους υπαλλήλους και για την κάλυψη συγκεκριμένων ρόλων εντός του οργανισμού.
Παράδειγμα: The company started a secondment program, so employees could try working in different parts of the company before committing to a job change.
Νέος ορισμός
Δείτε την παρακάτω λίστα για τις πιο πρόσφατες λέξεις και φράσεις που προστέθηκαν σε αυτόν τον ιστότοπο.
Remotely
Streamline
Double Down
Put Out A Fire
Timeframe
Ημερομηνία: 06/27/2025
Λέξη: Close It Out
Ορισμός: Επισημάνετε κάτι ως ολοκληρωμένο.
Παράδειγμα: This task has been fixed, so let's close it out within the task tracker.